Μενού

Ήμουν ακόμα βρεγμένος… Σου είχα ξεφύγει! Μια ιστορία κακοποίησης..

Shares 117

»Με κοίταξες με ένα ύφος που με πάγωσε. Δεν σε είχα ξαναδεί έτσι. Δεν σε είχα φανταστεί έτσι. Φοβήθηκα. Άρχισα να κλαψουρίζω.»

Τα πρώτα βήματά σου ήταν γρήγορα. Μάλλον βιαζόσουν. Πάντα βιαζόσουν. Προσπαθούσα να περπατήσω δίπλα σου.

Να σε φτάσω. Δεν σε προλάβαινα…..

Τα πόδια μου ήταν μικρότερα και το βήμα σου ταχύ. Αυτή ήταν η πρώτη μας γνωριμία. Δεν ήσουν τόσο κακόκεφος όταν ήρθες στο μέρος που μας φρόντιζε η κυρία από τη φιλοζωική.

Με κοίταξες. Χαμογέλασες. Ρώτησες. Έμαθες.

Λίγη ώρα αργότερα βρισκόμουν στην αγκαλιά σου. Μέχρι να περάσουμε την πόρτα του μαγαζιού. Μετά με άφησες κάτω. Αδιάφορα. Κι άρχισες να προχωράς μπροστά. Μπορεί και να έβρισες. Δεν το θυμάμαι καλά. Μπορεί να μην άκουσα. Να έκανα πως δεν άκουσα. Ήμουν τόσο ευτυχισμένος που είχα ένα καινούριο φίλο. Ένα καινούριο σπίτι. Τίποτα δεν με ένοιαζε. Παρά μόνο να είμαι μαζί σου.

Τα πρώτα σημάδια της βίαιης συμπεριφοράς σου..

Μαζί σου ήμουν και όταν πέταξες το ποτήρι κάτω μετά από ένα τηλεφώνημα. Σε είχαν εκνευρίσει πολύ. Άρχισα να γαυγίζω.

Γιατί δεν μου έλεγες ποιος σε στεναχώρησε να γαυγίσω εναντίον του; Να τον φοβερίσω. Να του υπενθυμίσω ότι δεν μπορεί κανείς να σε στεναχωρεί. Κανείς δεν μπορεί να στεναχωρεί τον καινούριο μου φίλο. Τα θραύσματα από το ποτήρι βρήκαν το δεξί μου πόδι. Τα δύο μου δάχτυλα πληγώθηκαν.

Άσχημα. Άρχισα να γαυγίζω εντονότερα. Με κοίταξες με ένα ύφος που με πάγωσε. Δεν σε είχα ξαναδεί έτσι. Δεν σε είχα φανταστεί έτσι. Σίγουρα όχι τη μέρα που με πήρες από το σπίτι που ήμουν με τα υπόλοιπα φιλαράκια μου και εκείνη την καλή κυρία.

Φοβήθηκα. Άρχισα να κλαψουρίζω. Κουτσαίνοντας πήγα στο δωμάτιο που μου είχες φτιάξει. Έξω είχε κρυφτεί ο ήλιος.

Κάπως έτσι άρχισαν όλα..

Ήλιο είχε θυμάμαι όταν ήρθε το πρώτο χτύπημα. Έτσι στα ξαφνικά. Καθόμουν δίπλα σου στον καναπέ. Αμίλητος. Τις τελευταίες μέρες δεν είχα όρεξη και κέφι. Με είχε πειράξει η συμπεριφορά σου. Ο τρόπος σου. Δεν είπα τίποτα. Αποφάσισα να κρατήσω μούτρα και να παρακολουθώ βουβά το σαχλό ποδοσφαιρικό παιχνίδι στην τηλεόραση που τόσο αγαπούσες. Και εκεί συνέβη. Κατέβασες το πόδι σου πάνω μου. Τινάχτηκα. Πόνεσα. Σε κοίταξα. Μα είναι δυνατόν να μη με βλέπει, σκέφτηκα!

Και τότε ήρθε το δεύτερο χτύπημα. Κλωτσιά. Στα πλευρά. Με δύναμη. Άσπρισαν όλα. Δεν ήξερα τι να κάνω. Που να πάω. Ξαφνικά το δωμάτιο φάνταζε πολύ μακριά. Σε άλλη γη. Και ακολούθησε τρίτο και τέταρτο χτύπημα. Κλαψούρισα. Γαύγιζα. Είχα θυμώσει. Δεν κάνουν έτσι οι φίλοι, σκέφτηκα. Άρχισες να χαμογελάς. Είχες ξεδώσει. Με χάιδεψες και πήγες για ύπνο. Ατάραχος. Το σκοτάδι πύκνωνε έξω από το παράθυρο. Τίποτα δε θα ήταν ίδιο.

Ο φόβος για την επόμενη κακοποίηση..

Τις επόμενες μέρες ζούσα με τον φόβο. Προσπάθησα να σε πλησιάσω. Να σε προσεγγίσω. Να δω τι συμβαίνει, ποιο είναι το λάθος

Εγώ φταίω είχα πείσει τον εαυτό μου. Κάτι θα έκανα πάλι. Για αυτό και ο προηγούμενος φίλος μου με εγκατέλειψε σε έναν απομονωμένο δρόμο. Αλλά δεν με άφησες να σε πλησιάσω. Μόνο για να με κλωτσήσεις, να με πατήσεις επιδεικτικά με την παντόφλα σου ή να ουρλιάξεις μπροστά στο πρόσωπό μου. Άρχισα να τα χάνω. Γρήγορα το χαμόγελο επέστρεφε στο πρόσωπό σου. Όταν μου έριχνες την μπύρα σου. Όταν έκρυβες το δωμάτιό μου ή έσπαγες τα πράγματά μου.

Όταν με κλείδωνες για ώρες σε έναν χώρο χωρίς φως. Χωρίς νερό. Κάποια στιγμή ήμουν νηστικός για ώρες. Μέρες. Μου πέταξες λίγη τροφή. Ίσα για να πάρω τα πάνω μου. Για να με κλωτσήσεις και πάλι. Ήταν Σάββατο. Ξημερώματα Κυριακής.

Σκύλος

«Φαίνεται τελικά πως δεν μπορούν να γίνουν όλοι φίλοι με όλους. Φαίνεται τελικά ότι μερικοί δεν μπορούν να γίνουν φίλοι ούτε με τον εαυτό τους.»

Η φυγή ήταν η μόνη λύση!

Εκείνη την Κυριακή, θα τη θυμάμαι για πάντα. Μου είχες ρίξει νερό βίαια για να με ξυπνήσεις. Τα είχες καταφέρει. Δεν είχα τρομάξει περισσότερο στη ζωή μου. Μετά κατέβηκες να πάρεις τσιγάρα. Πάγια συνήθεια της Κυριακής.

Είδα την πόρτα ανοιχτή. Δεν το σκέφτηκα λεπτό.

Δεν είχα πλέον κάποιο σπίτι για να στεναχωρηθώ που θα αφήσω πίσω. Κατέβηκα προσεκτικά τα σκαλιά και βγήκα στον δρόμο. Σε είδα από μακριά γυρισμένο πλάτη να πληρώνεις τα τσιγάρα σου. Άρχισα να τρέχω προς την αντίθετη πλευρά. Κουτσαίνοντας.

Ήμουν ακόμα βρεγμένος… Σου είχα ξεφύγει.

Σκύλος

«Ζούσα με τον φόβο. Προσπάθησα να σε πλησιάσω. Να σε προσεγγίσω. Να δω τι συμβαίνει, ποιο είναι το λάθος μου.»

Έκτοτε περιπλανιέμαι στους δρόμους. Δεν έχω δικό μου σπίτι, αλλά έχω πολλούς αδέσποτους φίλους. Έχουν περάσει αρκετοί από αυτούς τα ίδια. Φαίνεται τελικά πως δεν μπορούν να γίνουν όλοι φίλοι με όλους. Φαίνεται τελικά ότι μερικοί δεν μπορούν να γίνουν φίλοι ούτε με τον εαυτό τους.

Πηγή: olapet.gr

Πηγή

πηγή

Shares 117

Σχόλια


Read more:
Close